
Ο στίβος είναι πολλά περισσότερα από ένα χρονόμετρο, ένα μετάλλιο ή μια κούρσα των 400 μέτρων. Από την αρχαιότητα έως τις σύγχρονες Ολυμπιάδες, παραμένει ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα και συμβολικά αθλήματα – μια σκηνή όπου ο άνθρωπος μοιάζει να ξεπερνά τον εαυτό του. Όμως αυτή η «καθαρή» εικόνα του στίβου συχνά κρύβει κάτι πιο σύνθετο: το γεγονός ότι πρόκειται για ένα πεδίο έντονα κοινωνικό, βαθιά ταξικό και πολιτισμικά φορτισμένο.
Η ιστορία του στίβου είναι ιστορία κοινωνικών διαχωρισμών. Στα τέλη του 19ου αιώνα, η αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων και η συγκρότηση των πρώτων ομοσπονδιών συνδέθηκαν κυρίως με τα μεσαία και ανώτερα στρώματα, που είδαν τον στίβο ως πεδίο "καλλιέργειας χαρακτήρα". Οι αξίες της αυτοπειθαρχίας, της ευγενούς άμιλλας και της εσωτερικής βελτίωσης υπηρέτησαν την αστική ηθική και νομιμοποίησαν κοινωνικά προνόμια, μέσα από μια «φυσική» γλώσσα του σώματος.
Από τον 20ό αιώνα και μετά, η πρόσβαση στον στίβο έγινε πιο μαζική – κυρίως μέσω των σχολείων, των δήμων και του στρατού. Παρ’ όλα αυτά, η εσωτερική κοινωνική ιεραρχία του αθλήματος παραμένει. Τα δρομικά αγωνίσματα, π.χ. των μεγάλων αποστάσεων, είναι πιο προσιτά στις λαϊκές τάξεις λόγω του ελάχιστου κόστους. Αντίθετα, αγωνίσματα που απαιτούν τεχνικές εγκαταστάσεις, εξοπλισμό ή εξειδικευμένους προπονητές (όπως τα άλματα ή οι ρίψεις), είναι συχνότερα προσβάσιμα σε αθλητές που προέρχονται από οικογένειες με κοινωνική ή οικονομική στήριξη. Παράλληλα, ο στίβος φέρει ισχυρή έμφυλη φόρτιση. Οι γυναίκες αποκλείστηκαν ιστορικά από πολλά αγωνίσματα, ενώ ακόμη και σήμερα ορίζονται συχνά από το αν το σώμα τους θεωρείται «σωστό» ή «κατάλληλο» για το άθλημά τους. Το τι στυλ θεωρείται τεχνικά «όμορφο», το ποια σωματότυπα αναδεικνύονται και το ποια σώματα επιβραβεύονται, εξαρτάται όχι από τη φυσική τους δυνατότητα, αλλά από πολιτισμικά φίλτρα που λειτουργούν μέσα στον στίβο σαν αόρατοι κανόνες.
Ο Γάλλος κοινωνιολόγος Pierre Bourdieu μάς προσφέρει ένα πολύτιμο εργαλείο για να κατανοήσουμε όλα τα παραπάνω: την έννοια του ειδολογικού κεφαλαίου. Το σώμα δεν είναι απλώς όργανο επίδοσης. Είναι φορέας αξίας, αναγνώρισης και ταυτότητας, που αποκτά νόημα μέσα στο πεδίο του στίβου – δηλαδή σε ένα κοινωνικό πλαίσιο με συγκεκριμένους κανόνες, προσδοκίες και συμβολικά όρια.
Εδώ το σώμα δεν λειτουργεί όπως ένα εργαλείο. Είναι το ίδιο το άτομο. Όπως λέει ο Wacquant, ο αθλητής δεν φορά το σώμα του, είναι το σώμα του. Η προπόνηση, η πειθαρχία, οι επαναλήψεις, οι ήττες και οι θρίαμβοι αφήνουν πάνω του αποτυπώματα – σωματικά, ψυχικά και κοινωνικά. Αυτά τα αποτυπώματα διαμορφώνουν μια «βιογραφία του σώματος», μια ιστορία που δεν γράφεται με λέξεις αλλά με κίνηση, ιδρώτα και κόπο. Ο στίβος, λοιπόν, είναι ένας καθρέφτης της κοινωνίας. Το ποιος έχει πρόσβαση σε ευκαιρίες, το ποιος θεωρείται "ελπιδοφόρος", το πώς ανταμείβεται η προσπάθεια και η επιτυχία, όλα διαμορφώνονται από παράγοντες πέρα από την προσωπική βούληση ή το "ταλέντο". Το παιδί που έχει τους «σωστούς» προπονητές, τη στήριξη, το δίκτυο και την πολιτισμική καθοδήγηση, δεν ξεκινά από την ίδια αφετηρία με ένα άλλο που δεν τα διαθέτει. Όσο και αν ο στίβος προβάλλεται ως "το πιο δημοκρατικό άθλημα", δεν είναι εξ ορισμού δίκαιος.
Γιατί, λοιπόν, ασχολούμαστε με τον στίβο; Γιατί μας αρέσει; Η απάντηση δεν είναι ποτέ απλώς «γιατί μου αρέσει το τρέξιμο». Είναι πάντα πιο βαθιά: γιατί σε αυτόν τον χώρο –και όχι σε κάποιον άλλον– βρήκαμε έναν τρόπο να εκφραστούμε, να ξεφύγουμε, να διακριθούμε ή να ανήκουμε. Η επιλογή του στίβου είναι κομμάτι της ιστορίας μας, του ποιοι είμαστε και του τι μας έχει επιτραπεί να γίνουμε.
Πέτρος Λώλης
Καθηγητής Φυσικής Αγωγής